Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

Συνάντησα σήμερα.... #1 & #2 (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)

 

(13 NOE 20)

 

Συνάντησα στον δρόμο σήμερα, μια παλιά μου γνωστή (#1)

 

Kinda 90ies γνωριμία, «δεσμευμένη» εκείνη τότε μ' ένα μαλά', τόσο μαλά', που είχε τρεις τηλεοράσεις στην κρεβατοκάμαρά τους... για να παρακολουθεί και-καλά πότε θ' ανοίξει το Χρηματιστήριο τού Τόκυο και της Νέας Υόρκης...

«Έλα μωρό μου να ζήσουμε» τής είχα προτείνει εγώ κι αυτή, τί απάντησε; «Είσαι μπελάς» και τότε στραβά το μήνυμα παίρνοντας γέλασα και την άφησα να συνεχίσει το κόλλημα-κρέμασμα, καβάτζωμα-άρμεγμα τού κατάλληλου άντρα. Της.


Μόλις λοιπόν με είδε αυτή σήμερα – και ήμουνα ο κιαρατάς «φρεσκαδούρα» από καραντίνα και διαλογισμό, καθημερινή προπόνηση και αθλητική διατροφή, διάβασμα Τρισμέγιστου Ερμή κι αγκαλιά γάτου Κοχί κι από γυναίκες... διαλέγοντας ανάμεσα Renata Tebaldi και τού Durrell Justine – με σταμάτησε και τής χαμογέλασα, μου μίλησε κι εγώ την αγκάλιασα κι όταν επέμεινε «να πάμε να τα πούμε» στην σπηλιά, μόλις μπήκε τα κλάμματα έβαλε. (Γιατί τούτη τώρα κατάλαβε, ενώ εγώ είχα καταλάβει από τότε!) (Κι όχι μόνο γιατί εγώ έχω από τριάντα χρόνων-τουλάχιστον καταλάβει, αλλά γιατί και το 'χω πει, και το 'χω γράψει αυτό, μαζύ με καμμιά τριανταριά-χιλιάδες-σελίδες πολλά άλλα.)

I know the story. It begins being a saga με τον κατάλληλο – ως πατέρα και σύζυγο, χορηγό κι ασφαλή, ηλεγμένο και πετυχημένο – and it ends living a tragedy με τον χούφταλο και φαλιρισμένο, άρρωστο και παραιτημένο, λάθος διαλεγμένο κι ακριβά πληρωμένο. Αλλά γι' αυτό τα λάθη υπάρχουνε: για να μην κάνεις λάθος – λέω εγώ και σημειώστε εσείς και αυτή την κουβέντα μου! («Και πώς την αποχαιρέτησα, αφού τα δάκρυά της σκούπισα απ' το πέος μου πάνω;», που δεν θα 'λεγε και το Μπάρμπαρα Κάρτλαντ σενάριο...)

«Λάθος επιλογή τότε έκανες κούκλα μου» τής είπα. «Πήρες τον σίγουρο κι έτζασες τον 'μπελά'. Οπότε τσίμπα τον μπελά τώρα, αφού δεν ήθελες τότε εραστή.» Όταν κάνουμε μία «λογική και συμφερτική» επιλογή, εις βάρος σαρκών και συναισθημάτων, πάθους και καύλας (to name but a few), θα 'ρθει η ώρα που πικρά και σκληρά θα ανακαλύψουμε – και είναι πάντα αργά – ότι «λογική και συμφέρον» είναι φωνούλες τής ύβρεως και μαλακίες ζωής, έγκλημα κατά καρδίας, αιδοίου, ψυχής και κακούργημα κατά ύπαρξης, θήλεος κι ευτυχίας. (Φτάνουν οι λέξεις μου τούτες;)(Γιατί άμα δεν φτάνουν, πηγαίντε να σας πει εκείνες που θέλετε εσείς ο δύστυχος ο Ματθαίος Γιωσάφατ και η ευτυχής Χρυσηίς – Δημουλίδου that is!!)

Άμα επιλέγεις στα νειάτα και στα ντουζένια σου, στις ομορφιές στις ορμόνες σου, στα όνειρα και στα γκάζια σου σύντροφο (λες κι είσαι στην ΚΝΕ) και συνέταιρο (λες κι είσαι Α.Ε.) αντί για εραστή και γαμιά, παθιασμένο σου λάτρη και ταγμένο σου άντρακλα – από δω πήγε πλέον μωρή το κοπάδι με τις χαπακωμένες, τις ανταρσυάδες, τις μενδώνειες κρατικές λειτουργούς και τις σινδόνειες αγάμητες νοσοκόμες.


Όταν ο «μπελάς» στο μεδούλι σε κοίταγε, εσύ έψαχνες για χωσελίτο και πορτοφόλι. Και φυσικά διάλεξες. Μα δεν είδες ότι αυτός που δεν ήθελες «έκανε» για σένα βαθιά-υπαρξιακά, ενώ εκείνος που στεφανώθηκες τελικά, σε «πήρε» για (την) μαμμά του. Ο μπελάς-τότε είναι ο κατάλληλος σήμερα (άσε δε που και τότε κατάλληλος ήτανε), ενώ ο κατάλληλος-τότε είναι ο μπελάς-σήμερα (άσε δε που και τότε μπελάς ήταν!)

Εμ βέβαια ο ζωντανός κι άγνωστος «μπελάς» των 90ies με τις 22 μοτοσυκλέττες και το οργιώδες βιβλίο του, το σαλόνι του-γυμναστήριο και τα ονειρικά ταξίδια του δεν σου ταίριαζε, παρ' ό,τι σε γούσταρε. Αφού ο «γνωστός κι έγκυρος» χρηματιστής των 90ies με το leasing-κουρσάκι του και το αστραφτερό filofax, το σαλόνι του με το τζάκι του και τα δύο-ετήσια ταξίδια σας στο χωριό και Μαλδίβες σού ταίριαζε, παρ' ό,τι και σε κεράτωνε και δεν σε πήδαγε, και σε παντρεύτηκε και τον γηροκομάς τώρα.

That's life, and – thank God – there is no other, like this one.)


(ΥΓ: Στην ανωτέρω φωτογραφία, έτσι μοιάζει... η δίδυμη αδελφούλα της, τότε!)

 

 

Συνάντησα στο γραφείο της σήμερα, την μεγαλύτερή μου αγάπη (# 2)

 

Στα τέλη των '80ies ήταν η ωραιότερή μου και συγκλονιστικότερη γνωριμία, και είχε «σχέση» αυτή μ' έναν πονηρούλη, έναν γυναικάκια, έναν αιδοιόδουλο που προτιμούσε να φάει τζάμπα τα γεμιστά τής μαμμάς – μη χέσω, ο καραλεφτάς – παρά να πάρει το μωρό αγκαλιά και να πάνε στο L' Abreuvoir, βάζοντας το τσιγκουνόχερο μέσα στην παχυλή τσέπη...

Επιστρέφοντας εγώ απ' την Αφρική κι έχοντας «φρέσκος» παραιτηθεί απ' το Υπουργείο, μάσαγα σίδερα κι έφτυνα πρόκες, έστηνα πράϊβετ γυμναστήριο σπίτι μου και πουλούσα τις 22 μου μοτοσυκλέττες. Η «νέα» περίοδος τής ζωής μου απλωνόταν νωχελικά αβέβαιη κάτω μου, μα ερωτικότατα εκρηκτική παρακάτω μου, ήμουν παλαβά και βαθιά ερωτευμένος – όσο κι αφοσιωμένος ΑΠΟΛΥΤΑ – στο «ελαφάκι» μου, γι' αυτό και τής πρότεινα «Έλα μωρό μου να ζήσουμε, τώρα, οι δυό μας». Κι εκείνη τί απάντησε; «Δεν ξέρω αν μπορώ να σε στηρίξω, δεν έχω πάρει πτυχίο ακόμα εγώ, δεν έχεις κι εσύ κάτι συγκεκριμένο αποφασίσει...»

Οι γυναίκες είναι διάσημες για ΔΎΟ τους πράγματα: το άλλο είναι η ανυπάρκτου στρατηγική τους. (By the way, ξέρετε καμμιά γυναίκα στρατηγό; Όχι. Γιατί 1ον/ δεν θα 'μενε απ' τα σχέδια και χεράκια της, ουδείς ζωντανός άνδρας και 2ον/ άμα τής στήνανε κάνα στρατοδικείο μετά, εκείνη θα έλεγε «Ώχου αφήστε με ήσυχη, έχω κοκκινιστό στο φουρνάκι»!) Φυσικά εγώ τότε στράβωσα και χαλάστηκα, κατέβηκα ένα σκαλοπάτι στην σχέση μας απογοητευμένος, μα επειδή την αγαπούσα την κούκλα – και έβλεπα αυτό, που τούτη δεν ήθελε – κρατήθηκα στην σχέση μερικά ακόμη μηνάκια.

Την ξαναείδα μετά χρόνια πολλά στο γραφείο της, για μία αιφνιδία κι εντελώς συμπτωματική μου υπόθεση. Κι ήμουνα ο κιαρατάς «φρεσκαδούρα» από καραντίνα και διαλογισμό, καθημερινή προπόνηση δίωρη αερόβια και αναερόβια, διάβασμα βαθύ απολαυστικό και μαγείρεμα υγιεινό θρεπτικό – α ρε ρουφιάνα κατάθλιψη, σ' έχω κάνει το πουτανάκι μου πλέον! Το πρωί χτενίζω τον γάτο Κοχί και το βράδυ ακούω την σοπράνο Τεμπάλντι, το απόγευμα ξεκοκκαλίζω τον Φαίδρο και το μεσημέρι ξαρμυρίζω τον Όσσο. Άνοιξα λοιπόν την πόρτα της δυνατά ξαφνικά και μόλις με είδε, πάγωσε. Και μετά χαμογέλασε. Και μετά βούρκωσε.

(Έτσι γνωρίζεις εσύ, άμα αληθινά σ' έχουνε αγαπήσει.) Όταν βλέπεις στα μάτια τού «απωλεσθέντος, του ηττημένου, του άτολμου, του λογικού» την έκρηξη έρωτα και επιθυμίας για ΕΝΑ ΜΟΝΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ δευτερόλεπτο – έτσι ανάβουν το Κρακατόα κι η Αίτνα αμέ, τί νομίζετε; Σηκώθηκε, την αγκάλιασα και τότε ξανακατάλαβα γιατί τούτη δω ήταν και είναι η Γυναίκα τής δικής μου ζωής. Διότι όταν την γνώρισα μύριζε μ' έναν δικό της ολοπάρθενο κοριτσίστικο τρόπο, όταν κάναμε έρωτα μ' αρωμάτιζε μ' έναν περιπάρθενο κοριτσίστικο τρόπο και τώρα που στα πενηνταέξι της χρόνια βούλιαξε μέσα στην λιανή πιά μα εξ ίσου τρανή αγκαλιά μου, ο ιδρώτας της ευωδίαζε με τον ίδιο αειπάρθενο κοριτσίστικο τρόπο. (Φθάνουν για σας, τώρα κι απόψε, τούτες οι λέξεις μου;)

I know the story. It begins with a miracle με τον κατάλληλο – ως εραστή και συνάμα διδάσκαλο, ως σύζυγο μα πατέρα ποτέ, ως χορηγό και υπάλληλο όμως – and it ends living a mistake με τον γιατρό τον γνωστό κι επιτυχημένο, τον μέτοχο μα τής ζωής της αμέτοχο, τον ασφαλή και δοκιμασμένο μα υπογείως εντελώς απασφαλισμένο και αδοκίμαστο. Γι' αυτό ακριβώς τα λάθη είναι απαράδεκτα και απάνθρωπα: διότι το βλέπεις καθαρά το σωστό, μα φοβάσαι ν' αναλάβεις ευθύνη, ξέρεις τί σε δονεί και σε ευτυχεί μα η δυστυχία κι η γκρίνια βγάζουνε μεροκάματο, πληρώνουν υποχρεώσεις αδρά και μπουκώνουν μ' αδιαφορία τα βεβαίως-παιδιά.


Κοιταζόμασταν αγκαλιασμένοι και όρθιοι μέσ' στο βαρύτιμο – τού πατρός της – γραφείο και δεν λέγαν τα μέλη μας, τα χείλη μας και οι όποιοι χυμοί μας να ξεχωρίσουν. Σφιγγόμασταν ο ένας μέσα στον άλλον ύστερα από τόσα τρελλαμένα-στην-δίψα-τους χρόνια, που μας έβαλε δωρεάν και αυτοστιγμεί η ΕΥΔΑΠ παροχή, ευχαρίστως θα πότιζε και το εξοχικό «μας» στον Μαραθώνα. Τα τηλέφωνα κτυπούσαν, οι τρεις γραμματείς δεν τολμούσανε ν' ακουμπήσουν την κλειστή-συρταρωτή πόρτα κι αν δεν είχα κάνει εκείνο το πρωί εκατό jump-step squats, θα το 'χαμε κάνει εκατό φορές στον καναπέ στο γραφείο, στα ράφια στο μπαλκόνι και στον πολυέλαιο οπωσδήποτε, πανηγυρικώς και κυρίως.

Και φυσικά δεν τής είπα το «κλασικό» μου «Λάθος έκανες κούκλα μου». (Το ήξερε απ' την πρώτη στιγμή και ήταν αργά πιά για να το πρωτοκολλήσει, αυτό, τώρα.) Επειδή εκείνη έκανε μια ενεστώτος-συμφέρουσα επιλογή και πήρε μία μελλοντικώς-αμφιβάλλουσα απόφαση, μεσολαβούνε μετά κάτι εργασιομανείς δεκαετίες, διακοπές σε παραδείσια spa, δώρα βαρύτιμα κι ακριβά κι ένας τίτλος «κυρίας ιατρού, περιζήτητου επιστήμονος και μετόχου μεγάλου, ασταμάτητου επιβήτορα και σπάταλου αρχοντάρη». Όταν είσαι νέα, λες «έχω καιρό» κι όταν βλέπεις ότι τελειώσαν τα νειάτα σου, τότε όχι μόνο χρόνο δεν έχεις, μα πρέπει να κάνεις και ανορθωτική στήθους, μετά την πρώτη σου πλαστική. (Για το botox δεν συζητώ, η λιποαναρρόφηση είναι must, το κολλαγόνο κρύβει το συνεχές κάπνισμα και τα στενά σου ταγιέρ τσιμεντώνουν την καλπάζουσα οστεοπόρωσή σου – η αγάπη μου δεν τα 'χει ανάγκη αυτά, όσο παίρνει τα αγχολυτικά κι αντικαταθλιπτικά της, τα αντιψυχωτικά και υπναγωγά της.)

"What a pity and shame" σκεφτόμουν εγώ, καθώς την κοιτούσα απ' την πολυθρόνα, στο γραφείο της πίσω. Όλη η «σκηνογραφία» ήταν υποβλητικά-τέλεια, ακόμη και το οφφίς τής Προέδρου Δημοκρατίας πιο «σπαστό» μού φαινότανε, λιγότερο υπηρεσιακό περισσότερο θηλυκό. "What a disaster and disgrace" μουρμούρισα χωρίς να μ' ακούσει, απλώς ξεκουμπώνοντας να μην τσαλακώσω το σταυρωτό Hugo Boss μου. Γιατί λοιπόν η ντροπή και προς τί η καταστροφή;

ΜΊΑ απόφαση παίρνουμε εμείς στην ζωή, ΜΟΝΟ μία: με ποιόν άνθρωπό μας θα ζήσουμε, και όλες οι υπόλοιπες – απ' το «Βυθίσατε το Χόρα» μέχρι το «Μπράβο σας Πρόεδρε, τη βυθίσατε τη χώρα» – είναι για να βγαίνει το μεροκάματο, να γράφουνε οι φυλλάδες, να χτίζουνε βίλλες οι psycho-γιατροί. Τότε που «έπρεπε» το ελαφάκι να πέσει στα χέρια τού τάϊγκερ, φοβήθηκε και αυτό λάκισε, για να καβώσει στο παχνί τού κάρντιο-σάρτζεον. Τότε που ο θυελλώδης-μα-τέως-διπλωμάτης το Laverda του γκάζωνε και χαϊδεύονταν μεταξύ τους οι πολυκατοικίες Κυψέλης από την καύλα, τότε η baby-γυμνάστρια μπήκε στο Autobianchi της κλαίγοντας, διεχώρισε ρετιρέ και υπόγεια, ανέστειλε αφροδισία οχεία και άραξε στου Παλαιού Ψυχικού την duplex «επικοινωνία και σεβασμό, συντροφικότητα και καρριέρα, κατανόηση και υπομονή». (Και ήταν η δόλια 30 χρονών μόνο!)

Δεν είμαι μάγος, συγγραφέας δυνατός είμαι. Δεν είμαι θεός, ένας άντρας απλός είμαι. Και δεν είμαι μπαμπάκας: η γυναίκα για μένα είναι ισοβίως γυνή, απολύτως γυμνή, για γαμήσι όλη μας την ζωή.(Γιατί όχι; Και γάμο!) Από κει άπαντα ξεκινούν, απ' την ένωση τής γυναίκας με τον άντρα, αυτού που τής καρφώνει τα πόδια της στο πατάρι κι αυτής που τού σουρώνει τον προστάτη του στο κελλάρι! Anything less than that είναι έγκλημα καθοσιώσεως, κι ας μην το τιμωρεί αυτό ούτε το Ποινικό, ούτε το Εκκλησιαστικό Δίκαιο. (Γιατί το τιμωρεί αλύπητα και ανεπίστροφα η Ζωή.)


Όπως είπα: That's life, and – thank God – there is no other, like this one.)

 

(ΥΓ: Στην ανωτέρω φωτογραφία, έτσι μοιάζει η δίδυμη αδελφούλα της, τώρα!)

 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2020

Διαβάστηκε 192 φορές Σάββατο, 09 Ιουλίου 2022 15:17