Σάββατο 27 Απριλίου 2024

Άκη, in memoriam. (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)


 

Αυτόν τον βουλευτή, κάποιοι τον ψήφισαν. Αυτόν τον πολιτικό, κάποιοι τον χειροκρότησαν. Αυτόν τον μιζολάβο, κάποιοι τον καταδίκασαν. Και αυτόν τον άνδρα, κάποια θα τον βάλει στον τάφο του.

Θυμάμαι τον Άκη την εποχή τής παντοδυναμίας του να μπαίνει με φόρα κι αγέρωχος στο παλιό κτίριο τού Υπουργείου Εξωτερικών, για να δει τον άσπονδο φίλο του τον Παπούλια. Βουτηγμένοι στην Εητίλα άπαντες δεν κοίταγαν γύρω τους, δεν κοίταγαν κάτω τους, τον Πρόεδρο μόνο κοιτούσαν στα μάτια για να τούς πει, απ' το τί καιρό κάνει μέχρι πότε αδιαθέτησε η Μάργκαρετ, απ' το πόση την έχει ο Αραφάτ μέχρι πότε θα στείλει τα χρεωστούμενα ο Γκαντάφι. Η πομπή των αυτοκινήτων φρενάρισε φουριόζα στην είσοδο, εγώ ως τρίτος Γραμματέας Πρεσβείας ήμουν υποχρεωμένος – ως βαρδιούχος Γραφείου Υπουργού το απόγευμα – να τον περιμένω να τον υποδεχθώ, πετάχτηκαν έξω ασφαλίτες να τον καλύψουνε μη και πέσει επάνω του κάνα μούρο απ' την αχλαδιά τής αυλής, κολαούζοι δημοσιογράφοι σαλιάρηδες κουβαλούσανε τούς φακέλλους του και ο μεγαλοπρεπής-υψιπετής Άκης δια χειραψίας με χαιρέτησε, περνώντας με για τον υιό Μολυβιάτη.

Ο Παπούλιας – αυτό το γατόνι τής Πωγωνιανής – ήτανε ήδη στον προθάλαμο όρθιος και τον αγκάλιασε τόσο ζεστά, όσο ο Τραμπ τον Μπιν Λάντεν, ο Πούτιν τον Ξι Τσιν Πινγκ, ο Πανούσης τον Νταλάρα. Και δώσ' του χαμόγελα και ατάκες και γέλια και χαϊλίκια πασοκικά, οι υπουργοί απεσύρθησαν βαρύγδουποι στα ενδότερα, εγώ είχα ήδη αποθέσει τούς φακέλλους που ο Υπουργός «μου» ζήτησε και αποσύρθηκα στο γραφείο τού Πρέσβη. Κι όμως.

Μια θλίψη με είχε πιάσει ακατανόητη. Ήμουν στα τριαντάρικα νιάτα μου, από δουλειά και υγεία, κορμί και φωνή, λεφτά και αιδοία «τα έσπαγα», φορούσα το γκρι-σταυρωτό Corneliani μου και έξω είχα παρκαρισμένο το GPZ 900 μου. Περίμενα να τελειώσω την βάρδια μου (ό,τι ώρα αποφασίσει ο Κάρολος), να τρέξω στο σπίτι μου και να χωθώ στα σεντόνια όπου το «ελαφάκι» μου διάβαζε περιοδικά μόδας, κριτσάνιζε καρροτάκια βουτηγμένα στο ρούμι, άκουγε πάντα Sade φυσικά και περίμενε να στεγνώσει το κόκκινο στα νυχάκια της. Επαναλαμβάνω όμως: μια θλίψη με είχε πιάσει απ' αυτήν την βλαχοκορδωμένη μαγκιά των πασόκων αξιωματούχων και υπουργών, των λαδωμένα-λορδωμένων παρατρεχάμενων και τα ΤΟΣΑ πεταμένα λεφτά των περιττότατων υπηρεσιακών μετακινήσεων, που σφύριζαν αδιάκοπα τριγύρω μου τότε.

Προσπάθησα να συγκεντρωθώ στο έγγραφο που είχα μπροστά μου και απαιτούσε ταχεία διόρθωση, μα η Mont Blanc πέννα μου σερνότανε ράθυμη, διασπασμένη, ξεκουρδισμένη. Πίσω απ' τις διπλές-κλειστές πόρτες τού υπουργικού γραφείου, πότε το κατσαρό και μαλαγανιάρικο γέλιο τού τέκνου τής Ηπείρου και πότε το κακαριστό-βροντερό γέλιο τού σαλλλλονικιώτικου μάγκουρα κοντραριζόντουσαν ποιό θ' ακουστεί έως την Βουλή έξω. Το τηλέφωνο κτύπησε, ο Παπούλιας ένα χαρτί συμπληρωματικό ζήτησε και μπαίνοντας στα χέρια τού το προσέφερα, παίρνοντας βεβαίως και την αντίστοιχη-υποχρεωτική μονογραφή του, λόγω διαβάθμισης. Εκεί και τότε μπροστά, έριξα μία ματιά και στον Άκη.


Ο ίδιος ο Θεός ρε, πιο σεμνά στην πολυθρόνα ΣΑΡΙΔΗ ρε θα καθότανε. Ο ίδιος ο διάολος ρε, πιο μαζεμένα ρε θα δίπλωνε την μυτερή ουρά του και θα φορούσε καπέλλο τουλάχιστον, να μη φαίνονται τα διπλά κέρατά του. Ο τότε-πρόεδρος των ΗΠΑ Ρήγκαν λιγότερη υφάρα θα μόστραρε και ο τότε-Γενικός Γραμματεύς τής ΕΣΣΔ Γκορμπατσώφ λιγότερα ουϊσκάκια θα είχε σφυρί-κατεβάσει. Μια κόμη στιλπνή κυματοειδής και περήφανη, δυό φρύδια και τα δυό σηκωμένα (πώς γίνεται;), ένα σώμα αυθάδες μπουχτισμένο και σίγουρο, δυό μοκασσίνια εγγλέζικα και μια λυμένη γραβάττα πεταμένη στην πλάτη τού μεγάλου λευκού καναπέ, όπως μπαίνεις στ' αριστερά σου. «Πασόκοι ολόγιομοι ρε» ψιθύρισα μέσα μου, καθώς δεν ήμουν ποτέ Νέα Δημοκρατία, ούτε κάνα λαλιωτικό σφουγγαρόπανο, κνίτικο κνώδαλο ή κεντρώο σαλβάρι. Μπήκα στο ΥπΕξ «απολίτιστος» και παραιτήθηκα απ' το ΥπΕξ μ' έναν τρόπο και για έναν λόγο που ουδείς-άλλος-κανείς τόλμησε-διανοήθηκε-μπόρεσε – but I guess this is me and me only. (Stupido.)

H συνάντηση έληξε, ο Άκης εξήλθε γυρνώντας την πλάτη στους πάντες αεράτα κι επιδεικτικά, μόνο που φρενάρησε κάποια ελαχίστη στιγμή προτού στην λιμουζίνα του μπει – εγώ ήμουν υποχρεωμένος βάσει Εθιμοτυπίας και Πρωτοκόλλου να τον συνοδεύσω έως την έξοδο – και το σώμα του στρέφοντας, έριξε μια ματιά από πάνω ως κάτω στο κτίριο που στεκόταν σοφό και αδιάφορο έμπροσθέν του. Και τότε έσπασε ένα χαμόγελο καλαμπαλίδικο πουτανιάρικο, ανάμεσα ΥΕΘΑ και Περιβολιού τ' Ουρανού, ανάμεσα Siemens-Ferrostaal-TOR1, ανάμεσα Four Seasons Παρισιού και Κόμνα Τράκα γραφείων και στα μάτια του παρατήρησα ότι έλαμψε μια ματιά τύπου «Μ' εσέ, θα τα ξαναπούμε». (And he wasn't talking to me.)

Πέρασαν πολλά χρόνια έκτοτε, πολλά λεφτά τρέξαν στην Ελλαδίτσα ώστε να το βουλώσουνε ΑΠΑΝΤΕΣ, οι πασόκοι να ξεπλυθούνε στον ΣΥΡΙΖΑ, οι μίζες να κρυφτούνε σ' ακίνητα και ο νόμος «περί ευθύνης υπουργών» να χρησιμεύει ως κωλόχαρτο στα νηπιαγωγεία τής χώρας. Κι όταν πετάχτηκε στην πρώτη γραμμή η σύζυγος τού Άκη, Βίκυ Σταμάτη, τότε θυμηθήκαν τα πουστρόνια οι γραικοί να πέσουνε να την φάν' την γυναίκα, γιατί-λέει οι μπορντούρες απ' τα κρόσσια απ' τούς καναπέδες της κόστιζαν-λέει όσο ένα αυθαίρετο τριώροφο στο Μάτι, το λιπαρό μπότοξ της άξιζε-λέει όσο οι βενζίνες ενός πυροσβεστικού αεροσκάφους, η προσθετική στήθους της πληρώθηκε-λέει απ' τα μυστικά κονδύλια τής άμυνας τής δυστύχου Ελλάδας.

Στην Ρωμιοσύνη, «δρυός πεσούσης» κάθε πούστης φωνάζει και ξεφωνίζεται και κάθε πουτάνα «ξυλεύει» και πληρώνεται τα βαρθολίνειά της. Οι γραικοί ψηφοφόροι τής κατακαμμένης γούβας αυτής τα χώναν αγόγγυστα και χειροκροτούσαν γλυψιάρικα τον Άκη (και κάθε Άκη), προκειμένου να κάνουν κι ΑΥΤΟΙ την ΟΠΟΙΑ δουλίτσα τους, εκείνα τα χρόνια. ΚΑΙ τούτα τα χρόνια. Οπωσδήποτε βεβαίως ΚΑΙ τα επόμενα, ως «έξεστι Ρωμιοίς ασχημονείν» και δε λέει να κοπάσει το κρίμα και η ντροπή, το αίσχος και το όνειδος τούτα.

Γι' αυτόν τον λόγο γράφω εδώ, την ανάμνησή μου εκείνη. Γιατί αρνούμαι να σιχτιρίσω τον Άκη νεκρό, την ΙΔΙΑ στιγμή που η σκρόφα Ελλάδα και οι ΠΟΛΛΟΙ Έλληνες ουδόλως και ουδαμώς έχουν αλλάξει, καν μετακινηθεί, ελάχιστα κλάσει. Πολλές οικονομικές κρίσεις μετά, πολλές φυσικές ηθικές και πολιτικές κρίσεις μετά και μετά μια τεράστια υγειονομική κρίση, οι συμπολίτες μου στουμπώσαν μέσα τούς φόβους τους και ξερνάν τζαμπέ επανάσταση κατά τού εμβόλιου, κατά τού 5G, κατά των προαιωνίων εχθρών μας τού Έθνους Μπιλ Γκέητς και διδύμου Μπουρλά-Χαρδαλιά. ("Fuck YOU, my neighbours" που γαύγισε απαράμιλλα ο κεφάτος Έντυ Μέρφυ.) Σιχαίνομαι που σ' ετούτη την κωλόχωρα ζω, μα χαίρομαι ιδιαίτερα που διάγω εδώ αισχρό βίο: Γιατί ΜΟΝΟΝ εδώ είναι η Κόλαση με ΕΝΦΙΑ, ανεξέλεγκτο κι ετσιθελικό εκκαθαριστικό, ασφαλιστικές εισφορές αναδρομικές, πρόστιμα κάθε είδους και βάρους, ασύλληπτες κι εκκωφαντικές αυθαιρεσίες παντού κι επιπλέον το «κερασάκι» στην γραική-μα-γκουρμέ φανουρόπιττα: η ελληνίδα γκόμενα και σύζυγος και μητέρα... χαχαχα!

RIP ρε Άκη καραμπουζουκλή, μη μασάς, η Ελλάδα σε καμαρώνει. Τέτοιους ΑΚΡΙΒΩΣ σαν εσένα η Ελλαδίτσα ζητά κι αν καμμιά φορά «κάτσει στραβή στη βάρδια σου» και σε χώσει η τσούλα εσέ στον Κορυδαλλό – μη σκιάζεσαι μη σεκλετίζεσαι βρε, επιζούν Βίκυ και Αρετή, λεφτά που δεν βρέθηκαν και κτίρια που στοιχειώθηκαν, «νερό κι αλάτι» ο γκρέκος χυλός πολιτικού βίου θα πει και θα πάει για ούζα. Δίχως μάσκα. Ο ένας στον άλλον επάνω. Και κάτω απ' την τηλεόραση, χειροκροτώντας και ταυτόχρονα βρίζοντας τούς ψεκασμένους-με-ψήφους πολιτικούς που «τα παίρνουν απ' τις φαρμακευτικές, για να μολύνουν και καθυποτάξουν το αδάμαστο ελληνικό DNA». Αυτό ακριβώς που ενώπιον έφορα και πεθεράς ρίχνει την ψωλή και την ψήφο του με τον ίδιο καραγκιόζικο και χαμάλικο, χατζηαβάτικο και ταμειολογιστικό τρόπο.

 

 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2021

Διαβάστηκε 617 φορές Παρασκευή, 27 Αυγούστου 2021 20:06