Σάββατο 27 Απριλίου 2024

Συμβουλευτική Συγγραφής. (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)

Editing/counseling/coaching/consulting: κανένα απ' αυτά και όλα αυτά μαζί ταυτοχρόνως

 

Ας ξεκινήσω με μια μικρή προσωπική ιστορία.

Βρισκόμαστε στο πολύ-μακρινό 1975. Είμαι μόλις 20 χρονών και μόλις έχω μεταφράσει το Sun and steel τού Γιουκίο Μισίμα. Εκείνος είχε αυτοκτονήσει απ' το 1970 κι εγώ είχα ήδη διαβάσει στα αγγλικά την τετραλογία του The Sea of Fertility. Και είχα κολλήσει με τον αθλητή τον συγγραφέα, τον εστέτ και το ιαπωνικό «μαύρο πρόβατο» τούτο κι ας μου την έσπαγε το κόλλημά του με τον Ιάπωνα Αυτοκράτορα και οι καραδεξιές πολιτικές του απόψεις, (οι οποίες όμως αν κοιταχτούν μέσα από τα ιαπωνικά μάτια, άλλο χρώμα σημασία κι αξία λαμβάνουνε). Αποφασίζω λοιπόν να έρθω σε επαφή με τον αμερικάνικο εκδοτικό οίκο του, τον Albert Knopf, για να του ζητήσω την άδεια να εκδώσω την μετάφραση που είχα μόλις τελειώσει.

Είναι εποχές «άλλης Δύσης»: χωρίς Διαδίκτυο και άμεση επικοινωνία, σημερινές ευκολίες επαφής και Παγκοσμιοποίηση που μας έχει ξαναστείλει στα μικροκουτάκια, στις οθονίτσες μας όλους. Συγκεντρώνομαι λοιπόν και γράφω στον παλαιό, τρανό και βαρύτατο – εξ επόψεως ονομάτων κι επαγγελματισμού – αυτόν εκδοτικό οίκο μια επιστολή όπου εκθέτω την επιθυμία μου. Απλά. Ζεστά. Έως φλογισμένα. Ότι δηλαδή είμαι ένας άγνωστος Έλληνας φοιτητής, που απλώς γνωρίζει άριστα αγγλικά, που πολλαπλώς αγαπά την ιαπωνική λογοτεχνία και τον Μισίμα ιδιαίτερα, και επιθυμεί να γνωρίσει το "προσωπικό", εσωτερικό όσο και δύσκολο τούτο μικρό έργο του στο ελληνικό κοινό. Ταχυδρομώ το γράμμα και αδημονώ, ελπίζοντας μέσα μου και σφυρίζοντας έξω μου – σιγά μην καθίσει ένας τεράστιος Knopf κι απαντήσει σ' έναν μικρό Φώτο.

Κι όμως φίλες και φίλοι, αυτός είναι – και θα 'ναι πάντοτε – ο αληθινός επαγγελματικός καπιταλισμός. Σε δέκα (10) ημέρες ακριβώς, λαμβάνω επιστολή υπογεγραμμένη από την editor τού Μισίμα στην Νέα Υόρκη κυρία Eleanor Carlucci η οποία: πρώτα μ' ευχαριστεί για το πάθος και το ενδιαφέρον μου για τον συγκεκριμένο συγγραφέα, δεύτερον με συγχαίρει για την δουλειά μου – κι ας μην την έχει καν δει – και τρίτον με πληροφορεί ότι δεσμεύεται από την εντολή τής κυρίας Γιόκο Μισίμα καθώς και την πολιτική τού οίκου, να μην δίνουν άδεια έκδοσης σε μεταφράσεις που δεν «ανήκουν» σε εκδοτικό οίκο. Και συμπληρώνει τονίζοντας ότι θα χαρεί πολύ να μου δώσει το ΟΚ, μόλις επαναφέρω την πρότασή μου μέσω κάποιου ελληνικού εκδοτικού οίκου.

Της απάντησα ευγενικά ευχαριστώντας την γεμάτος χαρά και το ξέχασα. Γιατί; Διότι δυό-τρεις κρούσεις που έκανα στην τότε ελληνική εκδοτική «πιάτσα» ακούγαν Μισίμα και γελάγανε, ψευτοδιαβάζανε την μετάφραση και την πετούσανε στο συρτάρι, (όσοι δεν τον εξέδωσαν κάποια στιγμή στην ζούλα, άνευ αδείας και δίχως καταβολή πνευματικών δικαιωμάτων βέβαια). Έλα όμως που δεν ήθελα να το βάλω κάτω κι έτσι όταν το καλοκαίρι τού 1976 βρέθηκα στην Νέα Υόρκη, τηλεφώνησα στην προαναφερθείσα κυρία και την άφησα έκπληκτη και εμβρόντητη με την εμφάνισή μου. Ο άνθρωπος η γυναίκα η κυρία, η έντιτορ η επαγγελματίας η «θεά» με θυμότανε, χάρηκε που με άκουσε, μου επανέλαβε πόσο εντύπωση τής είχε κάνει το φλεγόμενο-εκδοτική-επιθυμία γράμμα μου και ζήτησε άμεσα να με συναντήσει. Ελάτε στην θέση μου: είναι 1976, είμαι 21 χρονών, βρίσκομαι για δεύτερη φορά στην Νέα Υόρκη, όλο και χαρχαλεύω γράφοντας κάτι κείμενα και με την μετάφρασή μου τού Μισίμα υπό μάλης, βρίσκομαι για lunch-break με την editor τού αγαπημένου μου συγγραφέα απ' τον Νόπφ! (Μιλάμε για «σοκ και δέος», όταν ακόμα ο στρατηγός Σβάρτσκοπφ που το 'πε, ήτανε απλός στο Βιετνάμ φανταράκος!) Μιλήσαμε φάγαμε, συζητήσαμε και γελάσαμε, η επικοινωνία μεταξύ ενός εικοσάχρονου Έλληνα φοιτητή και μιας πενηντάχρονης Νεοϋορκέζας έντιτορ ήταν για μένα δώρο εξ ουρανού, κλίμαξ ανάβασης σε εκδοτικά ιδιαίτερα και ανεμόσκαλα κατάβασης σε επαγγελματικά πολύτιμα μυστικά. Έξω στο υπόλοιπο Big Apple μπορεί να έβρεχε κατακλυσμιαία, μα μέσα η «κοινωνία» μου με τούτη την ιέρεια τού απλησίαστου εκδοτικού κατεστημένου με είχε αφήσει από άναυδο έως άναυδο και σόρρυ κυρίες μου, δεν θα το κάνω εδώ "Sex and the city".

Mα ένα θα πω: η γυναίκα ασχολήθηκε. Η έντιτορ το έπιασε το θέμα, το ανέλυσε το εξήγησε, το έστησε το προχώρησε. Ο επαγγελματίας το πλαισίωσε το οδήγησε, το τοποθέτησε στο σωστό και αρμόζον του πλαίσιο και το άφησε τελείως ελεύθερο από εκεί και πέρα. Είχα μείνει με τα μάτια ανοιχτά, τ' αυτιά μου wide-open σκαστά και τα χέρια μου να κρατούν σημειώσεις, (κατόπιν αδείας της βέβαια). Βρέθηκε ένας απόλυτα-άγνωστός μου άνθρωπος και μέσα σε δυό ώρες μού είπε – για τούτο το «ειδικό» και ξεχωριστό μέρος τής δουλειάς – όσα αντιστοίχως μου έχουνε πει η Βίβλος, το Κοράνι και το Τάο Τε Κινγκ για το ανθρώπινο υπόλοιπο μέρος τής ζωής μου.

Το μαζεύω. Όσον αφορά στην μετάφραση, την έχω στο συρτάρι μου ακόμα. Με την κυρία Καρλούτσι είχαμε ακόμη μια-δυό τυπικές επαφές και ευχετήρια επικοινωνία, καθώς συνταξιοδοτήθηκε κι απ' την Νέα Υόρκη αναχώρησε αλλάζοντας την προσωπική κι επαγγελματική ζωή της. (Ακολουθεί «καρφάκι» ανθελληνικό: βλέπετε οι πενηντάρες Αμερικάνες δεν τριγυρνάνε σκόρπιες σαλταρισμένες και λυσσασμένες γύρω απ' το οικογενειακό «μαντρί» που οι ίδιες έχουνε συνεργήσει, κατασκευάσει κι αποδεχθεί. Εκείνες όταν θέλουν ν' αλλάξουνε κάτι, αλλάζουν τον εαυτό τους-την ζωή τους-την δουλειά τους, αλλάζουνε σπίτι-γειτονιά-βενζινά, δεν αλλάζουνε τον αδόξαστο στο σύμπαν ολόκληρο προκειμένου να μην αλλάξουνε τίποτα απ' αυτά που μας πρήζουνε ότι δεν αντέχουνε, όπως κάνουν π.χ. οι δικές μας οι Ελληνίδες. Ή μερικές απ' αυτές, ή ελάχιστες απ' αυτές, πιο κάτω δεν πάω.) Όσον αφορά όμως στις κουβέντες της και τις προτάσεις της, τα «ανοίγματά» της τα δώρα της – δεν τα έχω ξεχάσει και πιστεύω ότι έστω κι αργά, ήρθε η ώρα να τα βγάλω στα έξω.

Και ξεκινώ με τον τίτλο: «Συμβουλευτική συγγραφής».

Η «συμβουλευτική συγγραφής» δεν είναι διόρθωση γραπτού ή κείμενου επιμέλεια, δεν είναι πρακτόρευση συγγραφικών δικαιωμάτων ή υπεράσπιση εκδοτικών συμφερόντων, δεν είναι καν στοιχειώδες ή προχωρημένο editing, (με όποια ερμηνεία ή μετάφραση και εάν δίνει κανείς σε αυτό). Η «σ. σ.» – χάριν συντομίας – είναι μια καινούργια ειδική και ξεχωριστή ιδέα απ' τον Ντάνη ΦΩΤΟ, η οποία οφείλεται πρωτίστως στην κυρία Έληνορ Καρλούτσι η οποία τα θεμέλια έθεσε και δευτερευόντως σε μένα που τα ανέπτυξα. Μέσα-έξω τα τελευταία τριάντα επτά (37) χρόνια την επεξεργάζομαι και την δουλεύω την ιδέα αυτή, με επιπλέον «αντίδωρο» να έχω την τύχη και την αφιέρωση να την βάλω ΦΙΛΙΚΑ, ΙΔΙΩΤΙΚΩΣ και ΔΩΡΕΑΝ σε πράξη σε τέσσερα (4) βιβλία γνωστών/φίλων μου συγγραφέων. Αναλυτικότερα κι ειδικότερα; Η συγχωρεμένη Μαρία Ζαούση, η Πωλέτ Σχιζά, η Αγγελική Κανελλοπούλου και ο Γιώργος Ν. Πολίτης με τίμησαν προσφέροντάς μου την ανάγνωση των πρώτων βιβλίων τους και ζητώντας μου να τους πω την δική μου την γνώμη, αναλυτικώς και εγγράφως.

Και θα σας πω τί έκανα, τί έκανα επιτέλους εγώ ευρισκόμενος κάτω απ' το συνεχιζόμενο μαγικό μα επαγγελματικό spell τής Έληνορ Καρλούτσι, ζυμωμένο πολλαπλώς και σκληρά απ' την δική μου – των τεσσάρων βιβλίων μου – πείρα. Ή καλύτερα – για να το φέρω στο σήμερα – θα σας εκθέσω τί αναλαμβάνω να κάνω γι' αυτό, εγώ, σήμερα, στα βιβλία των συγγραφέων τα οποία προσκαλώ για να «συμβουλεύσω». (Αλλά πρώτα ΜΙΑ βασική κι ουσιαστική παρένθεση: δεν κόβομαι ούτε λυσσάω να το παίξω δάσκαλος ή γκουρού, φωτεινός παντογνώστης ή εκδοτικός σύμβουλος. «Οι τίτλοι είναι γι' αυτούς που πόντοι τούς λείπουνε» είναι ένα ακόμη πανάγνωστο δικό μου ρητό και το εννοώ άχρι κεραίας.) Έχοντάς το ξεκαθαρίσει απ' αρχής τούτο λοιπόν, ακάθεκτος και ενημερωτικός συνεχίζω και εξηγώ.

Στην «σ.σ» παραλαμβάνω δύο (2) αντίγραφα του «υπό συμβουλή» έργου, δύο όμοια Α4 print-outs εννοώ. Και το διαβάζω το ένα μία (1) φορά κανονικά, ανέμελα κι απολαυστικά ως αναγνώστης, σαν το βιβλίο να έχει τελικά εκδοθεί και το έχω αγοράσει απ' το βιβλιοπωλείο. Το διαβάζω για την χαρά τής ανάγνωσης, για την περιπέτεια των λέξεων και των σκέψεων, για το ταξίδι τού δημιουργού και το κρυφό δώρο που ετούτος μού κάνει. Και αφού το τελειώσω, το αφήνω απομακρύνομαι, το ξεχνάω να κατακάτσει μέσα μου, να ξεπλυθούνε οι κόμποι οι ίνες να μαλακώσουνε, να επιφανούν οι αξίες. (Να σημειωθεί το εξής τούτο σημαντικό: εκείνες τις μέρες τής πρώτης ανάγνωσης δεν κάνω τίποτε άλλο. Δεν εννοώ ότι σταματώ το σφουγγάρισμα, το γυμναστήριο ή το μανικιούρ μου, μα θεωρώ κι αντιμετωπίζω το βιβλίο αυτό που έχω στα χέρια μου ως την μοναδική και πλέον σημαντική δουλειά μου, την βασική εργασία μου, για εκείνες τις μέρες.) Και το ξαναπιάνω κάνα μήνα αργότερα, ένα πρωί «ξαφνικά», λες και το «συμβουλευτικό» ξυπνητήρι ένα δικό του χρονοδιάγραμμα μυστικό μέσα μου επεξεργάζεται και βαράει καμπανάκι ακριβώς την σωστή ώρα. Τότε σηκώνομαι, σταματώ οτιδήποτε άλλο κάνω – π.χ. ξαρμυρίζω έναν αλανιάρη μπακαλιάρο – και παίρνω στα χέρια μου δύο πράγματα, καθήμενος επί δεκάωρο επαγγελματικό αυστηρά στo γραφείο μου: το δεύτερο αντίτυπο και ένα μολύβι.

Και λειώνω το βιβλίο στο διάβασμα και την σημείωση, στην παρατήρηση μα όχι την κριτική, στην διεύρυνση των εικόνων και όχι την συντριβή των απόψεων – να συνεχίσω; (Συνεχίζω.) Διαβάζω μία παράγραφο π.χ. και σταματώ, (αν κάτι με σταματήσει). Και σημειώνω στο περιθώριο όχι διορθώσεις ορθογραφικές ή γραμματικές ή συντακτικές (δεν είμαι διορθωτής κι ούτε επιθυμώ να 'μαι, υπάρχουν ελάχιστοι άριστοι επαγγελματίες γι' αυτήν την δουλειά), μα σημειώσεις δικές μου ξεχωριστές, σκέψεις κι «ανοίγματα» που ο συγγραφέας έχει προσπεράσει π.χ., έχει αδικήσει π.χ., έχει λιγοστέψει π.χ. Παράδειγμα; Διάβασα το βιβλίο μιας γνωστότατης και καλής ελληνίδας συγγραφέως. Και αφού να την συναντήσω επιδίωξα, κι αφού την συγχάρηκα για το έργο και την πορεία της, την φωνή και την πένα της, her guts and her balls να βγαίνει και να εκτίθεται – τόσο λογοτεχνικά όσο και κοινωνικά, τόσο συγγραφικά όσο και προσωπικά, έστω κι αν αυτό τόσο την στεγνώνει την αδυνατίζει – της έθεσα την εξής «συμβουλευτική» ερώτηση: «Γιατί αγαπητή Σ., στο συγκεκριμένο και μάλλον αυτοβιογραφικό σου βιβλίο που διάβασα, απουσιάζει ο έρωτας και το σεξ τόσο πολύ, τόσο βαριά, τόσο κραυγαλέα; Σκέπτομαι και σέβομαι πως θα έχεις τους λόγους σου, μα το περιρρέον λογοτεχνικό στήσιμο είναι τόσο καλό, που μου φαίνεται σαν να ζητά την ανατροπή του. Μια ανατροπή που μόνο η αγάπη ο έρωτας (διάλεξε όποια λέξη θες), το σεξ το γαμήσι (απάλειψε όποια λέξη θες) μπορούνε να επιφέρουνε, μπορούνε να αναδείξουν».

"I'll bring it home again" που θα 'λεγε και η Σ. Το δεύτερο διάβασμά μου ετούτο της «συμβουλευτικής» μου γίνεται προς ανάπτυξη τού κειμένου, βελτίωση και πρόσθεση μέσα από την αφαίρεσή του, (ο εφιάλτης έκαστου συγγραφέα). Πιστεύω – και το πιστεύω βαθιά – ότι διαθέτω ένα φίλτρο και φως που το πρώτο μεν αφήνει να περάσουνε εκείνα που αξίζουν και το δεύτερο διακρίνει ν' αναδειχτούν εκείνα που απουσιάζουν. (Αν απουσιάζουν. Γιατί αν δεν απουσιάζουν, τότε πρέπει ν' αναδειχτούν με μέτρο εκεί και έτσι που πρέπει, όσο και χωρίς μέτρο εκεί και έτσι που πρέπει.) Ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ (εγώ) ως «σύμβουλος συγγραφής» ΔΕΝ είναι ανταγωνιστής, ούτε καν συναγωνιστής. Είναι μια συγγραφικά-ανιδιοτελής – το πιστεύει κανείς ή όχι, I have the miles, the scars and the bills to prove it – φωνή που παραστέκει και στηρίζει τον συγγραφέα, εργάζεται και δουλεύει γι' αυτόν προκειμένου να «βελτιώσει» το δικό του το έργο. Ξέρω-ξέρω, ουδείς συγγραφέας δέχεται κι αποδέχεται πως η δουλειά του χρήζει βελτίωσης, ρίχνω άλλη μια ατάκα τού Τζην Χάκμαν αυτήν την φορά σχετικά με το σακατιλίκι ετούτο του σιναφιού μας: "I've been where I'm going". Και συρταρώνω ξανά, εικονογραφώντας το με ένα δικό μου παράδειγμα:

Όταν έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο, στον πρώτο «μου» εκδοτικό οίκο – και έχω κάθε δικαίωμα να μην επιθυμώ καν ν' αναφέρω το όνομά του, (το «γιατί» είναι άλλο γκισέ) – η ιδιοκτήτρια-διευθύντρια και εξουσιάστρια-αναγνώστρια επέμενε εμφαντικά και ανυποχώρητα να αφαιρέσω οπωσδήποτε το πρώτο διήγημά μου, απ' τα δεκαεννιά συνολικά. Εγώ αμέσως και φυσικά διαφώνησα, μα κράτησα – γιατί είμαι και Ντάνης και ΦΩΤΟΣ, και όσοι το καταλάβουν αυτό – μια ανοικτή πόρτα σε τούτην την πρόταση, στην επιμονή κι άποψή της εκείνη. Και την πήρα σπίτι μου να την επεξεργαστώ ως άρνηση και αντίρρηση, δεν μπιστάρησα δεν μουλάρωσα, οπισθοχώρησα και το σκέφτηκα, το ζύγισα και τον «φακό μου άνοιξα», την εμπιστεύτηκα – ευτυχώς σε αυτό, δυστυχώς σ' όλα τ' άλλα – και το πρώτο διήγημα το αφαίρεσα τελικά. Και την ευχαρίστησα για τούτο προσωπικά, καθώς αναγνώρισα – και της το είπα expressis verbis φυσικά και ειλικρινά – ότι είχε απόλυτο δίκιο. Το πρώτο διήγημά μου δεν ταίριαζε δεν κόλλαγε, κρέμαγε και ξεκρεμιόταν απ' το υπόλοιπο «σώμα» και άποψη τού βιβλίου μου, c' est tout και αυτό είναι όλο.

1/ Ως «σύμβουλος συγγραφής» υποδέχομαι, ανοίγομαι κι αγκαλιάζω το κείμενο, την δουλειά τού συγγραφέα. (Γι' αυτό ονομάζομαι «σύμβουλος συγγραφής» και ουχί «σύμβουλος συγγραφέα» καθώς δεν αγκαλιάζω το πρόσωπο τον άνθρωπο, το σώμα το πνεύμα, το λειρί ή το πορτοφόλι.) Αν βέβαια σκάσει στο φτωχικό μου γραφείο η Κιμ Μπάσιντζερ – όπως ακριβώς ήτανε στο L.A. Confidential – με το λογοτεχνικό πόνημά της κάτω απ' την ώριμη και μυρωδάτη μασχάλη της, θα κάνω βέβαια την εργασία μου πιστά αφοσιωμένα κι επαγγελματικά και στον ελεύθερό μου χρόνο, αντί να γίνω «βουδιστής μοναχός» όπως ατακάρισε ο Ρέϋμοντ Τσάντλερ, θα πέσω στα πόδια της κι ας πέσω στα χέρια της, θα προσπέσω στην λατρεία της κι ας εκπέσω τού male-chauvinist εγωισμού μου, θα κάνω τα αδύνατα δυνατά για να την κερδίσω. (Και ως άντρας, τέλος τα σαλιαρίσματα τώρα.)

2/ Ως «σύμβουλος συγγραφής» καργάρω τα περιθώρια τού print-out – καθώς και άλλες πολλές δικές μου Α4 σελίδες αν χρειαστεί – με τις παρατηρήσεις και προτροπές μου, ψαλιδίσματα και ανοίγματα, μετατροπές και συστάσεις, παράλληλες δυνατότητες και απαγορευμένες προτεραιότητες, υποδεικνύω λεπτά ή και χονδροειδώς τα λάθη (κατά την γνώμη μου) και αναδεικνύω εξ ίσου λεπτώς μα και χοντρικά τα σωστά (κατά την κρίση μου) and that's all there is to it, ποσοτικά. (Επί προσωπικού: συγχωρείστε μου τα Αγγλικά, είναι ό,τι μού έχει μείνει απ' την κυρία Καρλούτσι.) Γιατί στο «ποιοτικά και ουσιαστικά», «εσωτερικά και αναλυτικά» βρίσκεται το ψωμί και το παντεσπάνι τής δικής μου δουλειάς, η crème fraîche μα και το συγκρατημένο και ισορροπημένο σιρόπι.

3/ Ως «σύμβουλος συγγραφής», μόλις τελειώσω την δεύτερη ανάγνωση-εργασία τού βιβλίου, συγκροτώ σε ξεχωριστό σώμα τις σημειώσεις μου και καλώ τον συγγραφέα να ... τσακωθούμε. (Άλλη μία κουραστική μα απαραίτητη παρένθεση από τις δικές μου: στην Ελλάδα την χώρα μας ελλείπει κι απουσιάζει η «ειδοποιημένη» διάθεση για «τσακωμό» και «μανούρα». Μια διάθεση η οποία δεν αποσκοπεί στην διαφωνία μα στην ζύμωση, όχι στο αυνανιστικά-εγωιστικό tour de force τής επικράτησης τής όποιας – σωστής ή λάθος, ανεξάρτητα – άποψης, μα στην σύγκλιση, ένωση και ενδυνάμωση τής αρχικής πάντα ιδέας. (Do you catch my drift?) Γνωρίζω και αναγνωρίζω εκ των προτέρων ότι ο συγγραφέας ξέρει καλύτερα, με μία αίρεση όμως: ΔΕΝ ΤΑ ΞΕΡΕΙ ΟΛΑ και ΔΕΝ ΤΑ ΞΕΡΕΙ ΟΛΑ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΤΟΥΣ ΤΙΣ ΓΩΝΙΕΣ ΤΙΣ ΠΛΕΥΡΕΣ, ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ ΤΙΣ ΠΛΗΓΕΣ, ας αφήσει λοιπόν ένα φως αναμμένο. Κι εδώ έρχεται ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ ως «σύμβουλος συγγραφής» να προτείνει και να θέσει υπ' όψιν του, να συμπληρώσει και ν' αναδείξει συμφώνως τη γνώμη του, να διευρύνει και να «βελτιώσει» – αχ αυτή η καταραμένη η δύσκολη η πονεμένη η ανυπότακτη λέξη – το έργο τού συγγραφέα.

4/ Ως «σύμβουλος συγγραφής» έχω συζητήσει από πριν με τον συγγραφέα ως συνεργάτης ισότιμος και φίλος πολύτιμος, ως αναλυτής ιδεών όχι με την έννοια τού ψυχαναλυτή μα εκείνη τού αναλυτή στοιχείων και δεδομένων (με την της κατασκοπείας/αντικατασκοπείας έννοια, αντίληψη και πρακτική), εικόνων και σκέψεων, παραστάσεων κι εργαλείων – όλων τούτων της Τέχνης μας τεχνικών. Έχουμε συζητήσει οι δυό διεξοδικά κι εξαντλητικά το πού-πώς-πότε-γιατί, με ποιόν τρόπο και μέσα από ποιές συνθήκες γράφτηκε το κείμενο, πού στοχεύει και τί επιθυμεί, πώς τοποθετείται και γιατί, τί ΘΕΛΕΙ και τί ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ να πει. (Και μιλώ για το κείμενο πάντα: αν ο συγγραφέας βιάζεται να επιστρέψει στο μπουκάλι την βότκα του ή στο κομματικό του γραφείο, αν η συγγραφεύς ψάχνει να βρει ΤΟΝ γκόμενο ή θέλει να εκδικηθεί ΤΟΝ άντρα που την ματαίωσε, δεν είναι δική μου δουλειά τούτα, τελεία.) Και το κυριώτερο; Δεν έχουμε συμφωνήσει τίποτα εκ των προτέρων, καθώς η μόνη κοινώς αποδεκτή και υπογεγραμμένη συμφωνία μας είναι να βρεθούμε «γυμνοί-πρόθυμοι-ανοικτοί-δεκτικοί» και οι δυο στο λιβάδι τής Λογοτεχνίας. (Το παράκανα;) Ας μείνω λοιπόν γι' αυτό λίγο ακόμα εδώ.

Μια λέξη μια φράση, μια ιδέα μια σκέψη, μια εικόνα ή ένα βιβλίο ολόκληρο είναι ένα δεμένο ή λυτό σύνολο από πληροφορίες, οι οποίες πέραν τής ανάγνωσης προσφέρονται και για διορατική διερεύνηση και δημιουργική αμφισβήτηση. Ένα τέτοιο ψάξιμο-σκούντημα-ξύσιμο από την μεριά τού «συμβούλου» που μπορεί να οδηγήσει τον συγγραφέα – εάν γίνουν αποδεκτά αυτά και ζυμωθούνε σωστά – σε μια διαφορετική-πλουσιότερη-ορθότερη-εναργέστερη-«λογοτεχνικότερη» και τελικά-πάντα απολαυστικότερη οπτική, πρακτική και συγγραφική γωνία. Όπως πάντα "it takes two to tango", έτσι από την άλλη πλευρά, η πρωτογενής διαδικασία και εργασία τής συγγραφής είναι «δουλειά για έναν και μόνο». Ο «σύμβουλος συγγραφής» – και ουχί «σύμβουλος συγγραφέα» θα επαναλαμβάνω εγώ συνεχώς – έρχεται διακριτικά και μετά, αποφασιστικά δυνατά και υποστηρικτικά πάντα. Γνωρίζω κι έχω κι εγώ υποστεί πόσο «ξερόλα» είναι η ελληνική κοινωνία, πόσο ο κάθε πίκρας ή ο κάθε μπατζανάκης τού Τολστόϋ δεν δέχεται όχι μύγα στο γραφτό του, όχι κόμμα στο magnum opus του (ενώ απ' την άλλη έχει δεχτεί ΤΟΥΣ μύριους εξευτελισμούς προκειμένου να το δει τυπωμένο), μα τώρα πια «οι καιροί ου μενετοί» κι όποιος κατάλαβε πλέον. (Το λαμπρό αρχαίο πνεύμα αθάνατο το 'χουν οι Έλληνες όπως ακριβώς τις υποδείξεις τού ψυχαναλυτή τους: αδρότατα τον πληρώνουν τον δεύτερο για να μπορούνε να ΜΗΝ τον ακούνε, το κελαηδάνε το πρώτο για να ξεκαρφώνονται πόσο προχωρημένοι, διακεκριμένοι και τρόμπες insiders μάς μοστράρουν. Ας είναι.)

Από αυτό το σημείο και μετά «η μπάλα είναι στα χέρια και πόδια» τού συγγραφέα. Ο ρόλος και «αποστολή» τού «συμβούλου» τελείωσε και αναχωρεί τούτος στην υπόλοιπή του ζωή, αποχωρεί δε και ο πρώτος μ' ένα χιλιοσημειωμένο αντίτυπο κι ένα πολυσέλιδο-έξτρα με ξεχωριστές, δαιδαλώδεις και λεπτομερείς σημειώσεις. Σαν να είναι ένα ολόκληρο-ακόμη βιβλίο παράλληλα με το αρχικό τού συγγραφέα, δεκάδες «πόρτες» πιθανές ανοικτές, δεκάδες δυνατότητες κάλυψης διαδρομής όσο και οδοφράγματα απαγόρευσης διέλευσης – κάτι τέτοιο. Η δουλειά τού «σύμβουλου συγγραφής» είναι να λύει χωρίς να διαλύει την δουλειά τού συγγραφέα, να την ανατέμνει χωρίς κανένανε να πονά και να δίνει χώρο σε παράπλευρες διόδους και πιθανότητες ν' αναπτυχθούν τούτες. (Παρένθεση, ακόμη μία: η «συμβουλευτική συγγραφής» δεν είναι σεμινάριο, ούτε τυφλοσούρτης creative writing. Άλλο το ένα άλλο το άλλο, όπως άλλος ο Μπαράκ Ομπάμα κι άλλο ο Μπιν Λάντεν Οσάμα – είχα δεν είχα την βρήκα την ομοιοκαταληξία μου!)

Όπως όμως όλες οι καινούργιες ιδέες δεν μπορούν να αντιγραφούν, έτσι και όλες οι καινούργιες ιδέες τραβάνε επάνω τους τούς μιμητές τους. (Αυτούς ακριβώς που ο Τζέιμς Μπράουν ο «νονός τής σόουλ» αποκαλούσε "all those copycats out there".) Όπως όλες οι πρωτότυπες ιδέες ανήκουν και μπορούν να καρπίσουν ΜΟΝΟ απ' τον δικό τους δημιουργό, έτσι και όλες οι πρωτότυπες ιδέες δανείζονται και σκυλεύονται, αντιγράφονται κι αναπροσαρμόζονται, πλάθονται σ' αλλωνών μέτρα και καταντάνε μια πικρή, επιεικώς αναποτελεσματική και τελικώς θλιβερή ιδεοκλοπή, μια στέρφα κακοχυμένη ιδιοποίηση ενός άϋλου κι άπιαστου πρωτοτύπου. «Σύμβουλος συγγραφής» μπορεί να δηλώσει ο καθείς, όπως σύμβουλος επιχειρήσεων ή σύμβουλος έκδοσης, νομικός ή σχολικός σύμβουλος, σύμβουλος τού πρωθυπουργού ή σύμβουλος γαλουχίας και θηλασμού. Το ότι στην Ελλάδα «είσαι ό,τι δηλώσεις» δεν είναι εξακριβωμένο εάν τελικά το είπε ο Γιάννης Τσαρούχης, μα το σίγουρο είναι ότι επιτυχώς έχει εξακριβωθεί τούτο: ο άνθρωπος μιμείται αντιγράφοντας την μαϊμού, κι αποτυχημένα μάλιστα.

Την «συμβουλευτική συγγραφής» - που εγώ ως Ντάνης ΦΩΤΟΣ ασκώ - είναι σε θέση να την εκτελέσει κι ολοκληρώσει, αναλύσει και δέσει τελικά, παράξει και παραδώσει ΜΟΝΟΝ ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ. Την «συμβουλευτική συγγραφής» που εγώ ως Ντάνης ΦΩΤΟΣ ασκώ είναι σε θέση να την γνωρίσει και να την «εκμεταλλευτεί», να την αναπτύξει και να την εντάξει στο έργο του, να την βάλει στην άκρη προσπερνώντας την τελικά ή να την κρατήσει ως back-up για μελλοντικά πλάνα, ΜΟΝΟΝ ο συγγραφέας. Γιατί ΑΥΤΟΣ είναι ο κεντρικός «ήρωας», σταρ και λειτουργός τής συγγραφής, ΑΥΤΟΣ είναι ο μόνος εκείνος που κάνει ολόκληρο το Σύμπαν τής Λογοτεχνίας να ζει κι ας είναι τόσο τραγικά «παραγνωρισμένος». Ναι, την Λογοτεχνία παροικούν και οι εκδότες οι τυπογράφοι οι διορθωτές, οι βιβλιοπώλες οι φορτοεκφορτωτές οι διακινητές, οι γραφίστες οι δημοσιοσχεσίτες οι διαφημιστές μα ο συγγραφέας είναι αδιαπραγμάτευτα τελικά, η «μάνα» όλου τού λόχου ετούτου. Κι επειδή σήμερα ζούμε στην κοινωνία τού χρήματος, κι επειδή άπαντες έχουν πειστεί άπαντα να τα ζυγίζουν με ευρώφραγκα, ακόμη και σήμερα που τα ποσοστά τού συγγραφέα είναι τραγικά έως αυτοκτονικά χαμηλά (εάν ποτέ κληθεί να πληρωθεί, να τα πάρει), ΕΝΑ θέλω να πω εγώ ως Ντάνης ΦΩΤΟΣ αρχικά, ως συγγραφέας μετά και ως «σύμβουλος συγγραφής» τελικά: είναι πάντα η αρχή που τα πάντα κινεί, εκείνη που χάνεται στην πορεία. Ξοδεύεται αναλίσκεται κι αναλώνεται, μειούται αδειάζει και σβήνεται, μα σημασία δεν δίνει για τούτο. Γιατί αυτή έχει αξία.

 

Ντάνης ΦΩΤΟΣ

 


(ΥΓ1: Να σημειώσω εδώ ότι για οικονομία και ξεκούραση, συντομία και ευκολία αναφέρομαι ΣΤΟΝ συγγραφέα, γένους αρσενικού. Και υπογραμμίζω/τονίζω ότι άπαντα τα ανωτέρω γραφόμενα ισχύουν εις το ακέραιο και στην περίπτωση ΤΗΣ συγγραφέως, γένους θηλυκού.
ΥΓ2: Να προσθέσω εδώ ότι η «συμβουλευτική συγγραφής» δεν περιλαμβάνει την ορθογραφική-γραμματική-συντακτική διόρθωση ή η ετυμολογική-πραγματολογική επιμέλεια τού κειμένου, καθώς τούτες εμπίπτουν και εκτελούνται – άριστα ή μη – από τους εκδοτικούς οίκους-τρομάρα τους.)

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2013

Διαβάστηκε 3615 φορές Πέμπτη, 05 Δεκεμβρίου 2013 10:00