Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

Σταράτες μοτοκουβέντες. (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)


 

Μοτοσυκλέττα δική μου απέκτησα τον Οκτώβρη τού 1972. Και μαζύ με τα πρώτα χώματα τής Αττικής που μυροπάτησα, σκατογλίστρησα και στον κόσμο τής Ελληνικής Μοτοσυκλέττας – είτε αυτός λέγεται αντιπρόσωποι κι έμποροι, συναγωνιζόμενοι χορηγοί, γραφιάδες κι αρχόντοι, λέσχες ή τού «χώρου μορφές».

Χα! Σχεδόν-πενήντα χρόνια μετά, η κυριολεκτική αποφορά τού ντουνιά τής Ε.Μ. (για συντομία) παρέμεινε τόσο σταθερά-αποπνικτική, που όχι μόνο αυτή δεν έκανε το παραμικρό βήμα μπροστά (άλλο απ' το να μπουκώσει με φαλιρισμένα φράγκα τούς βιαστές-νταβατζήδες της), αλλά εντελώς πίσω μάλιστα πήγε. Μία (1) απλή δικαιολογία υπάρχει γι' αυτό το μοιραίο κατάντημα και ξεφτίλα: ο «κόσμος» – και διόλου κόσμημα – τής Ελληνικής Μοτοσυκλέττας είναι αναπόσπαστο κομμάτι, πιστό ψευδαντίγραφο και γνήσιο κακέκτυπο τού γραικού κόσμου, της γκρέκας γειτονιάς, του κακόφημου φραγκολασπωμένου στενού των γελοίων γραικύλων. (Ανοίχτε εσείς κάνα λεξικό, για να δείτε πώς και πόσο σωστά μάς ερμήνευσαν-διέσυραν-καυτηρίασαν-δίδαξαν οι «ακαλλιέργητοι» οι Ρωμαίοι, και μετά θα καταλάβετε γιατί ουδείς στον πλανήτη μάς παίρνει στα σοβαρά.)

Δεν περίμενα απ' το μηχανάκι μου να με κοινωνικοποιήσει, ούτε πλούσιο να με κάνει εμέ. Δεν κόλλησα στο μηχανάκι μου να τού βγάλω το λάδι αυτουνού, προκειμένου να λαδώσω το τσίγκινο το πιατάκι μου, μπας και λαδώσω το λιμάρικο τ' αντεράκι μου. Απ' την πρώτη μου μέρα πάνω στο δίκυκλο χορηγούσα και πλήρωνα την δίκυκλή μου πορεία: αυτό είναι ο πρώτος κανών των αστών. You pay for your own steps, αλλιώς πατάς άλλων κιλίμια, που θα σ' τα τραβήξουνε από κάτω σου, όταν αποφασίσουν ετούτοι. (Λέσσον #1, διαβάζετε να μαθαίνετε.) Άμα θέλεις να προχωρήσεις, πληρώνεις ΕΣΥ, ενώ άμα θες να σε προχωρήσουνε, δίνεις κώλο και σε πληρώνουν οι ΑΛΛΟΙ. (Λέσσον #2, μελετάτε για να εμβαθύνετε.) Κι επειδή ο ντουνιάς με παρόλες δουλεύει, εάν επιθυμείτε να μορφωθείτε, τις κουβέντες σας θα τις πληρώνετε ΕΣΕΙΣ, γιατί εάν τις πληρώνεστε, δούλοι και πουτανίτσες ΤΟΥΣ θα 'στε. (Λέσσον #3, τέλος παπαγαλέ μάθησης και αρχή γονυπετούς προσευχούλας.)

Τί έγραψα ΗΔΗ απ' την δεκαετία τού '90; «Ρε ούτε έναν μπούστη δεν ικανοποίησα, δεν ευχαρίστησα, δεν χαροποίησα, δεν εδικαίωσα» τόσα χρόνια που γράφω; Όόόχι, φυσικά όχι. Διότι ο γραικός μούλος τα ρήματα αυτά τού τα 'χει χώσει βαθιά το δυναστευτικό του αιδοίο, να τα 'χει κραταιά και σταθερά συνδεδεμένα με το ταμείο! Όπως συμβαίνει λοιπόν ΠΑΝΤΟΥ στο γωνιακό-χυματζίδικο-αυθαίρετο το οικόπεδό «μας» – και είναι αυθαίρετο, διότι άρχισε να υφίσταται απ' τις Μεγάλες Δυνάμεις, καθώς μόνο του είναι αδύνατο και τις χεσμένες βράκες του να σηκώσει – έτσι και στον γελοίο κόσμο – μπααα, δεν αξίζει η λέξη, την αλλάζω αυτήν – στον τραγικωμικό και τσαμπουκόδειλο βόθρο τής γραικοματοτσικλέτας!

Πάνω σε κάθε ξεχωριστό πραγματάκι καλό, πάει ο μαλάκας ο έλλην να κάτσει, για να το μαγαρίσει κυρίως και απολύτως, μοναδικώς και προσωπικώς αυτό! Δεν αντέχει ο μαλάκας την μαλακία του, κι επειδή πρέπει οπωσδήποτε να τηνε ξεφορτωθεί-ξεφορτώσει – σαν το νερουλό σπέρμα του, που τον βαρά απ' το πήξιμο στο κεφάλι – έτσι κοινωνικοποιείται αυτός, μόνο και μόνο για να μας πνίξει στις παπαροπαρόλες του, που είναι τα φλόκια των απογόνων του, που δεν αντέχει να κυοφορεί τούτος! (Complicated σκέψη αυτή, ε; Ε, τότε πηγαίντε εσείς σε καμμιά άλλη Faceτσιbookοσελίδα, να διαβάσετε για κατορθώματα γειτονιάς και κλανιάς, γλυψίματα μαλαγανιάς και πιασοκωλιάς, μυξοκλάμματα γεροπαραλυμένων ανοϊκών και λιβανίσματα χασισωμένων πιστών.)

Πενήντα χρόνια στην πιάτσα και αγορά, μπιντέ και λουτρό, ακαδημαϊκό βήμα και λαοσύναξη πελατών κυκλοφορώ και έναν (1) άξιο να μιλήσω, να χαιρετήσω, να αγαπήσω δεν έχω βρει ρε, έναν (1). Λες και το κάθε πράγμα αγάπης και πάθους στην χώρα μας τραβά πάνω του τις σκατόμυγες, που οι ευλογημένες-πανέμορφες τουλάχιστον για φαΐ ψάχνουν! Αμ έτσι δουλεύει θαυμάσια η Ζωή: όπου βρούνε φαΐ οι αληθείς μύγες πάνε και τρώνε, μόνο που τούτες εδώ οι γραικές – για τις οποίες εγώ ομιλώ – ΕΚΕΙ αφού φάγανε, ΕΚΕΙ πάνε και χέζουν. Και οι περισσότεροι μάλιστα απ' τούς απιθάνους αυτούς «μύγες», από την πολλή την ακράτεια, την ώρα ακριβώς που τρώνε μασούν, «τούς φεύγουν» και χέζονται και τον κόσμο κοπρίζουν! Ας πούμε λοιπόν και ονόματα.

Ρε πολύφημοι και πολύφερνοι, τον Σπύρο Παπαδημητρίου τον ξέρει κανείς; (Εκτός απ' τους λατρευτικούς φίλους του.) Ρε, τον Τάσο Μυρογιάννη τον γνωρίζει κανείς; (Εκτός απ' τους περιττούς οπαδούς του.) Ρε, τον Γιώργο Μπουρνιά τον είδε κανείς; (Εκτός απ' τους μελετητές τού στριψίματός του.) Ρε, τον Κώστα Αρβανιτάκη τον κατέχει κανείς; (Εκτός απ' τους ευγενικούς συνομιλητές του.) ΟΚ, να σας τα ψιχαλίσω λοιπόν ΕΔΩ και ΕΓΩ τα σπέσιαλ τα φωνήεντα, που εσείς επίτηδες βαρυακούτε: τούτοι οι προαναφερθέντες π.χ., ξέρετε γιατί είναι «άγνωστοι»; Ε; Ε; Διότι τούτοι σιωπηρώς έδωσαν στην Ελληνική Μοτοσυκλέττα, δεν πήρανε, ούτε τής πήρανε, ούτε μαζύ τους ή νουμεράδα την πήραν. Προσήλθαν σ' αυτήν, κάνανε έκαστος την δουλειά του σεμνά-σιωπηλά και σηκωθήκαν και φύγανε. Απλώς. Ταπεινώς. Ανθελληνικώς [sic] και δικός μου ο νεολογισμός, που δεν διαθέτω άλλο χώρο ή χρόνο να σας εξηγήσω.

Γι' αυτό στάθηκα ικανός κι εκλεκτός εγώ, από ίδιον-φυσικά χέρι: γιατί μιλώ στον πληθυντικό στον κύριο Κώστα Αρβανιτάκη, χαμογελάω ζεστά τις σπανιότατες φορές που με τον Γιώργο Μπουρνιά θα συναντηθώ, γιατί κυψελοκηφησιώτικα χαριτολογώ με τον σεμνότατο Τάσο Μυρογιάννη και – δεν συγκρατιέμαι άλλο εγώ – αγκαλιάζω χαρούμενα ψυχικά, όποτε δω τον Σπύρο Παπαδημητρίου. (Ανέφερα τέσσερα ονόματα και μην νομίσετε εσείς ότι έπονται μύρια άλλα, άντε άλλα τρία-πέντε τιμημένα-τιμητέα ονόματα πίσω τους να 'ρχονται και πάπαλα τώρα.) Τί είπε κάποιος σοφός; "Art is not where the audience is" και πόσο δίκιο κι αν έχει. Γιατί εκεί όπου συνωστίζεται και χαϊδολογιέται βαβουριάρικο και πασατεμπιάρικο το σαχλοαδιάφορο κοινό, εκεί απουσιάζει ΚΑΙ η Τέχνη ΚΑΙ η Μιλιά, ΚΑΙ η Ουσία ΚΑΙ η Συνουσία. (Και κυριολεκτών, μόνο με το τελευταίο θ' ασχοληθώ, καθώς τί είπε μια θεά γκομενάρα: «Ρε άντρα μου, τώρα θα μιλάς ή θα με γαμάς;» – τέλος.)

Γέμισε κάργαρε και ξεχείλισε το μαγαζομπουρδελλάκι τής Ελληνικής Μοτοσυκλέττας από φλύαρα αρπαχτόνια, από έγκυρα φαφλατόνια, από θεσμικούς σαλεπιτζήδες, από κοσμικούς κλαρινετζήδες. Δεν γεννήθηκα μόλις χτες, ώστε να προσκυνώ την πορδή τού κάθε μπουχέσα που, επειδή ταλαιπωρεί το πληκτρολόγιο τον εαυτούλη του λιβανίζοντας, νομίζει ότι κι αυτός, «μορφή» τού «χώρου» «μας» είναι. (Τί άλλο να πω, απ' το να μνημονεύσω τον δύστυχο-ανανήψαντα και σαχλό-καταντήσαντα Κάλχα, που απ' το πολύ το αυλολιβάνισμα, δεν έχει τολμήσει-καν-βρεθεί ΟΥΤΕ ΕΙΣ μέχρι σήμερα, να τού σκάσει στα παχιά μάγουλα δυό αγάπης ferocious χαστούκια, να τον προστατεύσει αυτόν... απ' τον εαυτό του!)

Ξέρω ξέρω, δεν ήρθανε άπαντες εδώ στην ζωή, ώστε να γίνουν Παΐσιοι και Μητέρες Τερέζες, (και προπαντός δεν χρειάζεται). Τί έχω γράψει εγώ, (και δεν αυνανίζομαι ούτε διαφημίζομαι, καθώς δεν με ξέρει κανένας); «Πέρασαν 3.000 χρόνια και 300 σοφοί απ' την Ελλάδα και οι έλληνες μείναν μαλάκες ευπειθώς-παντελώς, μην ασχολείστε λοιπόν άλλο.» Όπως η ελληνική Πολιτεία ουδόλως προχώρησε, όπως η ελληνική Οικονομία ουδόλως προχώρησε, όπως η ελληνική Παιδεία ουδόλως προχώρησε – θα προχωρήσει η ελληνικούλα μοτοσυκλεττούλα; Ξέρετε όμως γιατί; Διότι το σύνολον τής Ελλάδος σταμάτησε, αφού ΚΑΙ την αρμέγει ΚΑΙ την πηδά ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΩΣ ο κάθε-είς ημισέλλην. Τέλος. Σκεφθείτε το, μασήστε το, καταπιείτε το.

Την Ελλάδα την κατοικεί ο έλληνας για να την αρμέγει και να την γαμεί, γι' αυτό ρούπι από δω δεν κουνάει. (Πάμε και «στα δικά μας» τώρα.) Την Ελληνική Μοτοσυκλέττα την θάβει τηνε κρατεί, την πολυλογάει την σοδομεί ο έλληνας δίκυκλος για να την αρμέγει και να την γαμεί, γι' αυτό από τούτην δεν ξεκαβαλλάει. Τα ίδια κι αυτά πρόσωπα την χώρα μου κυβερνούν, όχι μόνο μεταπολιτευτικά, αλλά απ' αρχαιοτάτων των λαμπρών χρόνων. Τα ίδια κι αυτά μυαλά «προσώπατων» την Μοτοσυκλέττα κυβερνούν – απλώς τότε φορούσαν γραββάτες και παίζαν ιδιωτικώς μπριτζ, ενώ τώρα κυκλοφορούν σπασμένες επιταγές, φορούν δοσμένα δερμάτινα και ταλαιπωρούν δημόσια το πουλί τους (και τα αυτιά μας).

«Ελληνική Μοτοσυκλέττα», my ass ρε. Ένας παραλοϊσμένος αφρός που απλώς κάνει φασαρία, ένα σαθρό διαπλεγμένο συστηματάκι, που ούτε ένα συνοικιακό προπό δεν μπορεί να συγγράψει. Διάφοροι αρπαγμένοι εκ γενετής, αμέτρητοι προσκολλημένοι εξ αδιαθέτου, λιμασμένα φρικιά και γλώσσες διαπλεγμένες, μεγαλόσχημοι σύμβουλοι τού πτωχευτικού και πολυτεχνίτες-ερημοσπίτες πρυτάνεις τής δικύκλου διαρροϊκής διανόησης – my ass again ρε. Το θέλετε και αλλιώς; Επαγγελματικά, δηλαδή «από μέσα», στην Ελληνική Μοτοσυκλέττα μπήκα το 1991 και μάλιστα με τους δικούς μου τούς όρους. Και μόλις/όταν δεν απαντηθήκαν αυτοί, εξήλθα ακαριαία την πρώτη φορά, εξηγώντας τούς λόγους μου. Και την δεύτερη φορά απήλθα, εξ ίσου ακαριαία μα λούζοντας τον λαλημένο ντουμανιστή με τής Κεντρικής Αγοράς τις βρισιές μου. Στεντορείως, δημοσίως και εις επήκοον σύμπαντος τού φαλιρισμένου γραφείου του, του ερήμου ορόφου του, του αποψιλωμένου «συγκροτήματός» του. (Ακούτε; Μ' ακούτε; Το 'χετε; Γι' ΑΥΤΟ ο Φώτος είναι απλώς είς-έως-κανείς και άπαντες οι υπόλοιποι είναι διάσημοι και γνωστοί, πισωπλατομαχαιράδες και μπροστινοτσίμπουκοι, κοτούλες κουνίστρες έξω και καριόλες σουσούδες μέσα.) Χα!

Ντάνη ΦΩΤΟ-εμένα δεν διαβάζετε; Σας κάλεσε εδωπέρα κανείς; Αποστηθίστε τις τρυφερές λέξεις μου το λοιπόν, όπου εδώ έκαστος περπατά όχι απλώς δια των ιδίων του αεριτζήδικων λόγων, αλλά με το βάρος των ευθυνών του, με το βάθος των πληγών του και με την ισχύ τού δικού του ανιδιοτελούς χαμόγελου. Άντε λοιπόν ρε λοιποί φαιδροί έλληνες και δη δίκυκλοι, πλούσιοι πετυχημένοι κουνάμενοι και συνάμα επιδεικτικώς κι ασυστόλως αδερφιζόμενοι. Αγκαλιάστε ρε τον πλησίον σας επιτέλους και χαρείτε λιγάκι κι εσείς, πείτε μία καλή κουβεντούλα και τελικώς αγαπήστε ρε: γιατί μόνον έτσι θα λάμψει η χώρα και μη φοβάστε. Αγαπήστε δειλά, σιωπηλά, συναδελφικά και μη φοβάστε, άντε μπράβο...


 

(Την φωτογραφία μου τούτη, με τον αθεράπευτο σουηδικόν "έρωτα", επίτηδες αναρτώ. Ώστε να ξεκολλήσετε σεις και να επανέλθετε τάχιστα, προς μελέτη και μέθεξη ανωτέρω.)


 


 


 



 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2021

Διαβάστηκε 206 φορές Πέμπτη, 04 Αυγούστου 2022 15:46